- μπριγιαντίνη
- brillantine
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
μπριγιαντίνη — και μπριλαντίνη, η είδος λιπαρού καλλυντικού σε παχύρρευστη κατάσταση, που χρησιμοποιείται ως καλλωπιστικό για να προσδώσει στα μαλλιά στιλπνότητα και να συγκρατεί το χτένισμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. brillantine (< γαλλ. brillant «αυτός που… … Dictionary of Greek
μπριλαντίνη — η βλ. μπριγιαντίνη … Dictionary of Greek